Άδειες μέρες, άδειες νύχτες,
άχρωμες κι ανέραστες,
δείχνουν στο μηδέν οι δείχτες
ώρες αξεπέραστες.
Όλα τα δικά σου με πονάνε
κι όπου πάω με ακολουθάνε
σαν σκιές αθέατες.
Ένα ψέμα η ζωή μου, ένα ψέμα,
κι η δική σου απουσία με πονά.
Ένα βήμα η ζωή μου απ’ το τέρμα
κι η καρδιά μου σταματάει να χτυπά.
Άδειες μέρες, άδειες νύχτες
και οι φλέβες καίγονται.
Όλο ψάχνω για ελπίδες
μα ποτέ δεν έρχονται.
Πλάι το γυαλί και το σεντόνι,
δίκοπο μαχαίρι και αγχόνη
στο μυαλό μου φαίνονται.
Ένα ψέμα η ζωή μου, ένα ψέμα,
κι η δική σου απουσία με πονά.
Ένα βήμα η ζωή μου απ’ το τέρμα
κι η καρδιά μου σταματάει να χτυπά.
|
Άdies méres, ádies níchtes,
áchromes ki anérastes,
dichnun sto midén i dichtes
óres aksepérastes.
Όla ta diká su me ponáne
ki ópu páo me akolutháne
san skiés athéates.
Έna pséma i zoí mu, éna pséma,
ki i dikí su apusía me poná.
Έna víma i zoí mu ap’ to térma
ki i kardiá mu stamatái na chtipá.
Άdies méres, ádies níchtes
ke i fléves kegonte.
Όlo psáchno gia elpídes
ma poté den érchonte.
Plái to gialí ke to sentóni,
díkopo macheri ke agchóni
sto mialó mu fenonte.
Έna pséma i zoí mu, éna pséma,
ki i dikí su apusía me poná.
Έna víma i zoí mu ap’ to térma
ki i kardiá mu stamatái na chtipá.
|