Αφρική, σου τραγουδάω
με της Άνοιξης το στόμα,
να τη η λευτεριά σιμά σου,
μα δεν άστραψεν ακόμα
Φονικό το δόρυ ρίξε
στα κορμιά των σταυροφόρων
κόκκινα τα δόντια δείξε
στα τραπέζια των εμπόρων.
Τώρα πια δεν έχεις γλώσσα,
τώρα η πίκρα σου παρέκει
σώπαινες αιώνια τόσα
που τα λες με το τουφέκι.
Τύμπανα παντού χτυπάνε
σε ρυθμό λευτερωμένο
όσα χρόνια σε πονάνε
τόσα χρόνια περιμένω.
Όλα αλλάζουν χρώμα τώρα,
όλα δες ξαναγεννιούνται,
συ, ταπεινωμένη χώρα,
ξύπνησες και σε φοβούνται.
|
Afrikí, su tragudáo
me tis Άniksis to stóma,
na ti i lefteriá simá su,
ma den ástrapsen akóma
Fonikó to dóri ríkse
sta kormiá ton stavrofóron
kókkina ta dóntia dikse
sta trapézia ton ebóron.
Tóra pia den échis glóssa,
tóra i píkra su paréki
sópenes eónia tósa
pu ta les me to tuféki.
Tíbana pantu chtipáne
se rithmó lefteroméno
ósa chrónia se ponáne
tósa chrónia periméno.
Όla allázun chróma tóra,
óla des ksanagenniunte,
si, tapinoméni chóra,
ksípnises ke se fovunte.
|