Άκουσα φωνή άκουσα βοή
Άκουσα φωνή
Της δυστυχισμένης γυναίκας της Κολχίδας
Σκίστηκε η ήπια σιωπή από τους γόους
Που όρμησαν από τις δύο πύλες
Κι έφτασαν στ’ αυτιά μου
Αχ γυναίκα εγώ
Δε χαίρομαι με τα άλγη
Του σπιτιού αυτού
Γιατί από πάντα έζησα
Στη φωτεινή σκιά του
Δία ακούς;
Και γη και φως
Όμως τι βιασύνη σ’ έπιασε
Τι έρωτας του τάφου
Δία ακούς;
Μη χάσεις έτσι τη ζωή σου
Μη χαράζεις
|
Άkusa foní ákusa voí
Άkusa foní
Tis distichisménis ginekas tis Kolchídas
Skístike i ípia siopí apó tus góus
Pu órmisan apó tis dío píles
Ki éftasan st’ aftiá mu
Ach gineka egó
De cherome me ta álgi
Tu spitiu aftu
Giatí apó pánta ézisa
Sti fotiní skiá tu
Día akus;
Ke gi ke fos
Όmos ti viasíni s’ épiase
Ti érotas tu táfu
Día akus;
Mi chásis étsi ti zoí su
Mi charázis
|