Κίνησα για παραγάδι,
μα με βάλαν στο σημάδι
οι λιμενικοί.
Μάζεψα τα φελαδούρια
και την έκανα με φούρια,
ήταν καρφωτή.
Δε με θέλει, δε με θέλει,
και το βάζο είναι βαθύ,
είναι λιγοστό το μέλι
κι η ουρά μου είναι κοντή.
Ζούλα για κυδώνια φεύγω,
με τον Πέτρο και τον Σκεύο,
να ‘τοι πάλι αυτοί.
Κάτω η κόκκινη παντιέρα,
πετονιά για μπουζουριέρα
και δήθεν τσαπαρί.
Βγήκαμε για μα βολτούλα,
ούτε απόπλου, ούτε βούλα
σας ζητήσαμε.
Βάζω πλώρη για τον ντόκο,
μουλωχτά και κάνω μόκο,
ατυχήσαμε.
|
Kínisa gia paragádi,
ma me válan sto simádi
i limeniki.
Mázepsa ta feladuria
ke tin ékana me furia,
ítan karfotí.
De me théli, de me théli,
ke to vázo ine vathí,
ine ligostó to méli
ki i urá mu ine kontí.
Zula gia kidónia fevgo,
me ton Pétro ke ton Skevo,
na ‘ti páli afti.
Káto i kókkini pantiéra,
petoniá gia buzuriéra
ke díthen tsaparí.
Ogíkame gia ma voltula,
ute apóplu, ute vula
sas zitísame.
Oázo plóri gia ton ntóko,
mulochtá ke káno móko,
atichísame.
|