Τι έπαθες λοιπόν, γιατί δε λες
πως σώπασες μία τέτοια εποχή
που θα ‘πρεπε να έβγαζες φωτιές
πως έγινες φωνούλα αντί φωνή
Πως γίναμε έτσι άτομα
ιδιώτες, μόνοι κι έρημοι
πως γίναμε έτσι άτολμα
που από παιδάκια έτοιμοι
με ιππότες και με δράκοντες
και με ληστές τα βάζαμε
Πως στα παιχνίδια σκίζαμε
μα στην αλήθεια χάσαμε
Πως γίναν όλα τόσο στρογγυλά
λόγια κι ανάγκες και σε όλα ναι
λοφάκια γίναν τα ψηλά βουνά
τα ‘δες μα δεν τ’ ανέβηκες ποτέ
|
Ti épathes lipón, giatí de les
pos sópases mía tétia epochí
pu tha ‘prepe na évgazes fotiés
pos égines fonula antí foní
Pos giname étsi átoma
idiótes, móni ki érimi
pos giname étsi átolma
pu apó pedákia étimi
me ippótes ke me drákontes
ke me listés ta vázame
Pos sta pechnídia skízame
ma stin alíthia chásame
Pos ginan óla tóso strongilá
lógia ki anágkes ke se óla ne
lofákia ginan ta psilá vuná
ta ‘des ma den t’ anévikes poté
|