Το πρόσωπο της μέρας χαρακώνει
η αργυρή λεπίδα της βροχής
κι όμως η λάμψη αυτή που με κυκλώνει
είναι η βροχή μιας άλλης εποχής
Και σε χρονιές σε παίρνει
που η μοίρα σε μοίρανε να δεις μέσα απ’ το χώμα
του ρόδου του εκατόφυλλου τη σπείρα
το άλικο παράξενό του χρώμα
Αυτή η βροχή που τα τζάμια θολώνει
στην ξεχασμένη αυλή μιας γειτονιάς
αλλοτινής τα σταφύλια χρυσώνει
στην ξεχασμένη αυλή μιας γειτονιάς
|
To prósopo tis méras charakóni
i argirí lepída tis vrochís
ki ómos i lámpsi aftí pu me kiklóni
ine i vrochí mias állis epochís
Ke se chroniés se perni
pu i mira se mirane na dis mésa ap’ to chóma
tu ródu tu ekatófillu ti spira
to áliko paráksenó tu chróma
Aftí i vrochí pu ta tzámia tholóni
stin ksechasméni avlí mias gitoniás
allotinís ta stafília chrisóni
stin ksechasméni avlí mias gitoniás
|