Βρέχει κι εγώ τυλίχτηκα
σ’ αυτή την αγκαλιά
στα σκουριασμένα σύννεφα στα φύλλα
στης βρεγμένης γης τη μυρωδιά
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
Βρέχει και στους καταυλισμούς
χορεύουν τα παιδιά
στάζει ο θεός στις προσευχές στο ντέφι
στις καρδιές στα πόδια τα γυμνά
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
Ήρθες βροχή μου κι άλλαξες
το δρόμο και το νου
και βούλιαξε το βήμα μου ποτάμι
κι άθελά μου με τραβάς αλλού
Ας ήτανε να πνιγώ σαν μια σταγόνα
μέσα στα χείλια σου εγώ
βροχή μου σκέπασε αυτή τη γωνιά
τούτο το σώμα που διψά
|
Oréchi ki egó tilíchtika
s’ aftí tin agkaliá
sta skuriasména sínnefa sta fílla
stis vregménis gis ti mirodiá
As ítane na pnigó san mia stagóna
mésa sta chilia su egó
vrochí mu sképase aftí ti goniá
tuto to sóma pu dipsá
Oréchi ke stus katavlismus
chorevun ta pediá
stázi o theós stis prosefchés sto ntéfi
stis kardiés sta pódia ta gimná
As ítane na pnigó san mia stagóna
mésa sta chilia su egó
vrochí mu sképase aftí ti goniá
tuto to sóma pu dipsá
Ήrthes vrochí mu ki állakses
to drómo ke to nu
ke vuliakse to víma mu potámi
ki áthelá mu me travás allu
As ítane na pnigó san mia stagóna
mésa sta chilia su egó
vrochí mu sképase aftí ti goniá
tuto to sóma pu dipsá
|