Λόγια στον αέρα, λόγια
σαν ακούρδιστα ρολόγια,
άδικα σου λέω.
Στην τρελή σου την πορεία,
κάνω μια διαμαρτυρία,
αχ κάθομαι και κλαίω.
Δεν ακούς, δεν ακούς,
κι όλο κάνεις παρέα μ’ αυτούς.
Δεν ακούς, δεν ακούς,
κι όλο ψάχνεις καινούργιους δεσμούς.
Η μορφή σου δε μ’ αφήνει,
σαν τον πυρετό με ψήνει,
μόνος μου φοβάμαι.
Κομπολόι η μοναξιά μου,
που ’χει χάντρες τα όνειρά μου,
έχω να θυμάμαι.
Δεν ακούς, δεν ακούς,
κι όλο κάνεις παρέα μ’ αυτούς.
Δεν ακούς, δεν ακούς,
κι όλο ψάχνεις καινούργιους δεσμούς.
Δε μ’ ακούς, δε μ’ ακούς,
κι όλο κάνεις παρέα μ’ αυτούς.
Δε μ’ ακούς, δε μ’ ακούς,
κι όλο ψάχνεις καινούργιους δεσμούς.
|
Lógia ston aéra, lógia
san akurdista rológia,
ádika su léo.
Stin trelí su tin poria,
káno mia diamartiría,
ach káthome ke kleo.
Den akus, den akus,
ki ólo kánis paréa m’ aftus.
Den akus, den akus,
ki ólo psáchnis kenurgius desmus.
I morfí su de m’ afíni,
san ton piretó me psíni,
mónos mu fováme.
Kobolói i monaksiá mu,
pu ’chi chántres ta ónirá mu,
écho na thimáme.
Den akus, den akus,
ki ólo kánis paréa m’ aftus.
Den akus, den akus,
ki ólo psáchnis kenurgius desmus.
De m’ akus, de m’ akus,
ki ólo kánis paréa m’ aftus.
De m’ akus, de m’ akus,
ki ólo psáchnis kenurgius desmus.
|