Δε θυμάμαι ποτέ
να σε είδα για μένα να δακρύζεις,
δε θυμάμαι ποτέ
μ’ ένα χάδι ζεστό να μ’ αγγίζεις.
Θυμάμαι ένα σκοτάδι που μεγάλωνε,
θυμάμαι κι ένα γκρίζο ουρανό,
τις νύχτες που η σιωπή σου δίχτυα άπλωνε
και έπεφτα μαζί σου στο κενό, στο κενό.
Δε θυμάμαι πια τι μας ενώνει,
ούτε όσα περάσαμε μαζί,
δεν γυρίζω σ’ ό,τι με πληγώνει
άλλαξα όπως άλλαξες κι εσύ.
Δε θυμάμαι ποτέ
να ζητούσες να μ’ έχεις κοντά σου,
δεν θυμάμαι ποτέ
τα όνειρά μου να ήταν όνειρά σου.
Θυμάμαι ένα σκοτάδι που μεγάλωνε,
θυμάμαι κι ένα γκρίζο ουρανό,
τις νύχτες που η σιωπή σου δίχτυα άπλωνε
και έπεφτα μαζί σου στο κενό, στο κενό.
Δε θυμάμαι πια τι μας ενώνει,
ούτε όσα περάσαμε μαζί,
δεν γυρίζω σ’ ό,τι με πληγώνει
άλλαξα όπως άλλαξες κι εσύ.
|
De thimáme poté
na se ida gia ména na dakrízis,
de thimáme poté
m’ éna chádi zestó na m’ angizis.
Thimáme éna skotádi pu megálone,
thimáme ki éna gkrízo uranó,
tis níchtes pu i siopí su díchtia áplone
ke épefta mazí su sto kenó, sto kenó.
De thimáme pia ti mas enóni,
ute ósa perásame mazí,
den girízo s’ ó,ti me pligóni
állaksa ópos állakses ki esí.
De thimáme poté
na zituses na m’ échis kontá su,
den thimáme poté
ta ónirá mu na ítan ónirá su.
Thimáme éna skotádi pu megálone,
thimáme ki éna gkrízo uranó,
tis níchtes pu i siopí su díchtia áplone
ke épefta mazí su sto kenó, sto kenó.
De thimáme pia ti mas enóni,
ute ósa perásame mazí,
den girízo s’ ó,ti me pligóni
állaksa ópos állakses ki esí.
|