Τρέχω σ’ ένα δρόμο
αδειανός τα φώτα του σβηστά
έρημος και μόνος
με καλωσορίζει φιλικά
Μου χτυπάει την πλάτη
και μου βγάζει κάτι παιδικό
κι έτσι από γινάτι
πιο γλυκά το γκάζι ακουμπώ
Τα φρένα σφυρίζουν
ουρλιάζουν και βρίζουν
και η στροφή γελάει πονηρά
τα χέρια μου αφήνω
τα μάτια μου κλείνω
και τρέχω στη δική σου αγκαλιά
Τρέχω σ’ ένα δρόμο
αδειανός τα φώτα του σβηστά
έρημος και μόνος
τρέχω στη δική σου αγκαλιά
|
Trécho s’ éna drómo
adianós ta fóta tu svistá
érimos ke mónos
me kalosorízi filiká
Mu chtipái tin pláti
ke mu vgázi káti pedikó
ki étsi apó gináti
pio gliká to gkázi akubó
Ta fréna sfirízun
urliázun ke vrízun
ke i strofí gelái ponirá
ta chéria mu afíno
ta mátia mu klino
ke trécho sti dikí su agkaliá
Trécho s’ éna drómo
adianós ta fóta tu svistá
érimos ke mónos
trécho sti dikí su agkaliá
|