Μες στην κοσμοχαλασιά ήρθε εκείνη,
μες στο θολό μου μυαλό, λάμψη να γίνει.
Ήρθε σαν πρωτοβρόχι, σαν ξαστεριά
και φόβους κι αγωνίες δεν έχω πια.
Δώσε μου, Θεέ μου, χρόνια να ζήσω
να την αγαπάω πολύ καιρό,
ό, τι μου ’χει μείνει να της χαρίσω
κι ό,τι έχω χάσει να ξαναβρώ.
Είναι της νύχτας ευχή, γέλιο της μέρας,
θυμός μου και προσευχή, ήλιος κι αγέρας.
Στο κουρασμένο κορμί μου κάθε βραδιά
τα μακριά δάχτυλά της καίνε κεριά.
Δώσε μου, Θεέ μου, χρόνια να ζήσω
να την αγαπάω πολύ καιρό,
ό, τι μου ’χει μείνει να της χαρίσω
κι ό,τι έχω χάσει να ξαναβρώ.
|
Mes stin kosmochalasiá írthe ekini,
mes sto tholó mu mialó, lámpsi na gini.
Ήrthe san protovróchi, san ksasteriá
ke fóvus ki agoníes den écho pia.
Dóse mu, Theé mu, chrónia na zíso
na tin agapáo polí keró,
ó, ti mu ’chi mini na tis charíso
ki ó,ti écho chási na ksanavró.
Ine tis níchtas efchí, gélio tis méras,
thimós mu ke prosefchí, ílios ki agéras.
Sto kurasméno kormí mu káthe vradiá
ta makriá dáchtilá tis kene keriá.
Dóse mu, Theé mu, chrónia na zíso
na tin agapáo polí keró,
ó, ti mu ’chi mini na tis charíso
ki ó,ti écho chási na ksanavró.
|