Βγαίνουν τη νύχτα και γυρνούν και κάνουν χίλιες τρέλες,
στους δρόμους και στα μαγαζιά μπερδεύουν τις ταμπέλες.
Γλιστράνε μες στα σπιτικά από τις καμινάδες
και μαγαρίζουν τα γλυκά που φτιάνουν οι κυράδες.
Μπαίνουν μες στα φουρνιάρικα σαν λείπουν οι ψωμάδες
και χώνουν τις χερούκλες τους μέσα στους λουκουμάδες.
Μαγεύουνε τα ζωντανά κι οι γάτες κελαηδούνε,
οι κότες νιαουρίζουνε κι οι γάιδαροι λαλούνε.
|
Ogenun ti níchta ke girnun ke kánun chílies tréles,
stus drómus ke sta magaziá berdevun tis tabéles.
Glistráne mes sta spitiká apó tis kaminádes
ke magarízun ta gliká pu ftiánun i kirádes.
Benun mes sta furniárika san lipun i psomádes
ke chónun tis cherukles tus mésa stus lukumádes.
Magevune ta zontaná ki i gátes kelaidune,
i kótes niaurízune ki i gáidari lalune.
|