Φοβάμαι μήπως αυτό που τώρα πάω να κάνω
μια μέρα θα το πληρώσω,
φοβάμαι, φοβάμαι.
Φοβάμαι μήπως αυτό που ξεκινάω να κάνω
μια μέρα το μετανιώσω,
φοβάμαι, φοβάμαι.
Φοβάμαι μήπως όταν γυρίζω
και στον καθρέφτη κοιταχτώ θα πω αυτόν δεν τον γνωρίζω.
Φοβάμαι μα θα σ’ ακολουθήσω
φοβάμαι μα δε θα σταματήσω μαζί σου να `μαι
κι όπως να `μαι, μαζί σου να `μαι κι ας φοβάμαι.
Φοβάμαι μήπως αυτό που τώρα πάω να κάνω
μια μέρα θα με προδώσει,
φοβάμαι, φοβάμαι.
Φοβάμαι μήπως αυτό αρχίζω να κάνω
μια μέρα θα με σκοτώσει,
φοβάμαι, φοβάμαι.
Φοβάμαι χωρίς να ξέρω πότε τον εαυτό μου λυπηθώ
και πω γιατί να φύγω τότε.
Φοβάμαι μα θα σ’ ακολουθήσω
φοβάμαι μα δε θα σταματήσω μαζί σου να `μαι
κι όπως να `μαι, μαζί σου να `μαι κι ας φοβάμαι.
|
Fováme mípos aftó pu tóra páo na káno
mia méra tha to pliróso,
fováme, fováme.
Fováme mípos aftó pu ksekináo na káno
mia méra to metanióso,
fováme, fováme.
Fováme mípos ótan girízo
ke ston kathréfti kitachtó tha po aftón den ton gnorízo.
Fováme ma tha s’ akoluthíso
fováme ma de tha stamatíso mazí su na `me
ki ópos na `me, mazí su na `me ki as fováme.
Fováme mípos aftó pu tóra páo na káno
mia méra tha me prodósi,
fováme, fováme.
Fováme mípos aftó archízo na káno
mia méra tha me skotósi,
fováme, fováme.
Fováme chorís na kséro póte ton eaftó mu lipithó
ke po giatí na fígo tóte.
Fováme ma tha s’ akoluthíso
fováme ma de tha stamatíso mazí su na `me
ki ópos na `me, mazí su na `me ki as fováme.
|