Γεια σου γεροπλάτανε,
Να σ’ ανέβω κράτα με
Τους ανθρώπους να πλανεύω
Στο θεό να γειτονεύω
Την ψυχή μου πελεκήσαν
Ξυλοκόποι και μ΄αφήσαν
Δίχως δροσερό νερό
Ποταμάκι κύλα, κύλα
Πότιζε τα φύλλα, κύλα
Στην καρδιά μου μπες
Το φιλί μου πιες
Να βαφτούν τα χείλια, χείλια
Κόκκινα σταφύλια χείλια
Να δαγκώσω βρε, της αγάπης βρε,
Τα γλυκά τα μήλα, κύλα
Ποταμάκι κύλα, κύλα
Γεια σου γεροπλάτανε,
Να σ’ ανέβω κράτα με
Σαν πουλί να κελαηδήσω
Τους αγγέλους να μεθύσω
Τα παιδιά πετροβολήσαν
Τα φτερά μου και μ’ αφήσαν
Δίχως γαλανό ουρανό.
|
Gia su geroplátane,
Na s’ anévo kráta me
Tus anthrópus na planevo
Sto theó na gitonevo
Tin psichí mu pelekísan
Ksilokópi ke m΄afísan
Díchos droseró neró
Potamáki kíla, kíla
Pótize ta fílla, kíla
Stin kardiá mu bes
To filí mu pies
Na vaftun ta chilia, chilia
Kókkina stafília chilia
Na dagkóso vre, tis agápis vre,
Ta gliká ta míla, kíla
Potamáki kíla, kíla
Gia su geroplátane,
Na s’ anévo kráta me
San pulí na kelaidíso
Tus angélus na methíso
Ta pediá petrovolísan
Ta fterá mu ke m’ afísan
Díchos galanó uranó.
|