Στις ανθισμένες κορυφές
ζήτησες τη ζωή σου
στ’ άστρα της γης και τ’ ουρανού
το φως του παραδείσου
χαράζει η μέρα σαν γυαλί
στην κόψη κόβεις βόλτες
παρέα με λαθρόβιους
πότες και μηχανόβιους
παράταιρους ιππότες
Στου αιώνα την παράγκα
στρώσε τ’ όνειρό σου μάγκα
με βρισιές και προσευχές
και της μάνας τις ευχές
Στου αιώνα την παράγκα
στρώσε τ’ όνειρό σου μάγκα
στα κρυφά και ταπεινά
ψάξε τα παντοτινά
Για μια Ντολόρες χάραξες
το δέρμα σου μια νύχτα
και το κορμί σου κάρφωσες
στου φεγγαριού την πίστα
Μ’ άφιλτρο τώρα κι αλκοόλ
τσακίζεις τη φωνή σου
ληστής, Πιλάτος και Χριστός
εκεί που στάζει ο Θεός
θ’ απλώσεις τη ζωή σου
|
Stis anthisménes korifés
zítises ti zoí su
st’ ástra tis gis ke t’ uranu
to fos tu paradisu
charázi i méra san gialí
stin kópsi kóvis vóltes
paréa me lathróvius
pótes ke michanóvius
paráterus ippótes
Stu eóna tin parágka
stróse t’ óniró su mágka
me vrisiés ke prosefchés
ke tis mánas tis efchés
Stu eóna tin parágka
stróse t’ óniró su mágka
sta krifá ke tapiná
psákse ta pantotiná
Gia mia Ntolóres chárakses
to dérma su mia níchta
ke to kormí su kárfoses
stu fengariu tin písta
M’ áfiltro tóra ki alkoól
tsakízis ti foní su
listís, Pilátos ke Christós
eki pu stázi o Theós
th’ aplósis ti zoí su
|