Η σκέψη σου δε μ’ άφησε
δεν πέρναγε η βραδιά
Αιώνας σαν να ήταν
μου φάνηκε η σκοπιά
Κόρινθος Αθήνα
πήγα να σκοτωθώ
Το μόνο που με ένοιαζε
ήταν να σε δω
Η μάνα σου στο στέκι μου είπε
πως ήσουν το γνωστό
δίχως να βγάλω τη στολή μου
έτρεξα να σε βρω
Σαν γροθιά στο στομάχι
η εικόνα που είδα
σαν κλωστή η ανάσα μου κόπηκε
Σαν γροθιά στο στομάχι
η εικόνα που είδα
σαν μαχαίρι που μέσα μου χώθηκε
βαθιά, βαθιά
Να φύγω αμέσως βιάστηκα
μήπως και με δεις
Σαν φάντασμα τριγύρναγα
στους δρόμους ως τις τρεις
Δυο τύποι με σταμάτησαν
με στρατιωτικά
μου ζήτησαν την άδεια
μου κόπηκε η μιλιά
Ακόμα δεκαπέντε μέρες
για σένα φυλακή
το μόνο που θα σκέφτομαι
και πάλι θα ‘σαι εσύ
Σαν γροθιά στο στομάχι
η εικόνα που είδα
σαν κλωστή η ανάσα μου κόπηκε
Σαν γροθιά στο στομάχι
η εικόνα που είδα
σαν μαχαίρι που μέσα μου χώθηκε
βαθιά, βαθιά
|
I sképsi su de m’ áfise
den pérnage i vradiá
Eónas san na ítan
mu fánike i skopiá
Kórinthos Athína
píga na skotothó
To móno pu me éniaze
ítan na se do
I mána su sto stéki mu ipe
pos ísun to gnostó
díchos na vgálo ti stolí mu
étreksa na se vro
San grothiá sto stomáchi
i ikóna pu ida
san klostí i anása mu kópike
San grothiá sto stomáchi
i ikóna pu ida
san macheri pu mésa mu chóthike
vathiá, vathiá
Na fígo amésos viástika
mípos ke me dis
San fántasma trigirnaga
stus drómus os tis tris
Dio típi me stamátisan
me stratiotiká
mu zítisan tin ádia
mu kópike i miliá
Akóma dekapénte méres
gia séna filakí
to móno pu tha skéftome
ke páli tha ‘se esí
San grothiá sto stomáchi
i ikóna pu ida
san klostí i anása mu kópike
San grothiá sto stomáchi
i ikóna pu ida
san macheri pu mésa mu chóthike
vathiá, vathiá
|