Όλα μου τα έταξες
κι όλα μου τα πέταξες
και δεν τα μάζεψε κανείς
Βράδια κι απογεύματα
όλα βγήκαν ψέματα
λόγια στο τραγούδι της ζωής
Κι άναψα τα φώτα μου
κλείδωσα την πόρτα μου
κι άλλος πια κανένας δε θα μπει
Καινούργια μέρα ξημερώνει μακριά σου
και δεν μπορεί να ξεθωριάσει τη θωριά σου
Ποιος το περίμενε, ποιος πίστευε φαντάσου
πως θα χωρίζαν τα όνειρά μου απ’ τα δικά σου
Άγγιξες το δέρμα μου
κι έφτασα στο τέρμα μου
κι ένιωσα πως ήμουν ζωντανή
Κι όταν δεν ερχόσουνα
και αλλού κοιμόσουνα
έκλαιγα μονάχη σαν παιδί
Άναψα τα φώτα μου
κλείδωσα την πόρτα μου
κι άλλος πια κανένας δε θα μπει
Καινούργια μέρα ξημερώνει μακριά σου
και δεν μπορεί να ξεθωριάσει τη θωριά σου
Ποιος το περίμενε, ποιος πίστευε φαντάσου
πως θα χωρίζαν τα όνειρά μου απ’ τα δικά σου
|
Όla mu ta étakses
ki óla mu ta pétakses
ke den ta mázepse kanis
Orádia ki apogevmata
óla vgíkan psémata
lógia sto tragudi tis zoís
Ki ánapsa ta fóta mu
klidosa tin pórta mu
ki állos pia kanénas de tha bi
Kenurgia méra ksimeróni makriá su
ke den bori na ksethoriási ti thoriá su
Pios to perímene, pios písteve fantásu
pos tha chorízan ta ónirá mu ap’ ta diká su
Άngikses to dérma mu
ki éftasa sto térma mu
ki éniosa pos ímun zontaní
Ki ótan den erchósuna
ke allu kimósuna
éklega monáchi san pedí
Άnapsa ta fóta mu
klidosa tin pórta mu
ki állos pia kanénas de tha bi
Kenurgia méra ksimeróni makriá su
ke den bori na ksethoriási ti thoriá su
Pios to perímene, pios písteve fantásu
pos tha chorízan ta ónirá mu ap’ ta diká su
|