Αργά που βράδιασε στις ώρες της σιωπής
εδώ που μείναμε οι δυο μας και κανείς
τους ρόλους παίξαμε μια μοιραίας σκηνής
χλωμοί κι αμίλητοι στο κάδρο της βροχής.
Άνοιξε το παράθυρο που ξημερώνει
να φύγει με τον άνεμο η νύχτα που πληγώνει
άνοιξε το παράθυρο που ξημερώνει
να φύγει με τον άνεμο η νύχτα που πληγώνει.
Η νύχτα πάγωσε, μια ατέλειωτη στιγμή
κοιτάς το πάτωμα κι εγώ την οροφή.
Το δάκρυ έκρυψα, τη σκέψη σου εσύ
αλλού χαθήκαμε κι ας ήμασταν μαζί.
Άνοιξε το παράθυρο που ξημερώνει
να φύγει με τον άνεμο η νύχτα που πληγώνει
άνοιξε το παράθυρο που ξημερώνει
να φύγει με τον άνεμο η νύχτα που πληγώνει.
Άνοιξε το παράθυρο που ξημερώνει
να φύγει με τον άνεμο η νύχτα που πληγώνει.
|
Argá pu vrádiase stis óres tis siopís
edó pu miname i dio mas ke kanis
tus rólus peksame mia mireas skinís
chlomi ki amíliti sto kádro tis vrochís.
Άnikse to paráthiro pu ksimeróni
na fígi me ton ánemo i níchta pu pligóni
ánikse to paráthiro pu ksimeróni
na fígi me ton ánemo i níchta pu pligóni.
I níchta págose, mia atélioti stigmí
kitás to pátoma ki egó tin orofí.
To dákri ékripsa, ti sképsi su esí
allu chathíkame ki as ímastan mazí.
Άnikse to paráthiro pu ksimeróni
na fígi me ton ánemo i níchta pu pligóni
ánikse to paráthiro pu ksimeróni
na fígi me ton ánemo i níchta pu pligóni.
Άnikse to paráthiro pu ksimeróni
na fígi me ton ánemo i níchta pu pligóni.
|