Της καρδιάς τα ραγίσματα,
της αγάπης τα κρίματα,
του καημού μου τα αισθήματα
θα ξυπνάνε με άχτι.
Θα χτυπάνε πισώπλατα
τα φιλιά που δεν ξόφλησα,
οι αναμνήσεις που ξόρκισα,
στου τσιγάρου τη στάχτη.
Κι έχεις δίκιο να ρωτάς,
πως κι έτσι πάντα ο έρωτας
ζητάει δύο αναπνοές ψηλά για να πετάξει,
ενώ ο μαύρος χωρισμός
είναι απόφαση του ενός,
που την καρδιά του δεύτερου με ένα “γεια” θα κάψει.
Θα τους πω για το δάκρυ μου,
κάτι μπήκε στα μάτια μου,
θα μετρώ τα κομμάτια μου
μοναχός σε μιαν άκρη.
Της καρδιάς τα παθήματα
θα μου δίνουν μαθήματα
και θα πνίγω τα αισθήματα
σιωπηλά σ’ ένα δάκρυ.
|
Tis kardiás ta ragismata,
tis agápis ta krímata,
tu kaimu mu ta esthímata
tha ksipnáne me áchti.
Tha chtipáne pisóplata
ta filiá pu den ksóflisa,
i anamnísis pu ksórkisa,
stu tsigáru ti stáchti.
Ki échis díkio na rotás,
pos ki étsi pánta o érotas
zitái dío anapnoés psilá gia na petáksi,
enó o mavros chorismós
ine apófasi tu enós,
pu tin kardiá tu defteru me éna “gia” tha kápsi.
Tha tus po gia to dákri mu,
káti bíke sta mátia mu,
tha metró ta kommátia mu
monachós se mian ákri.
Tis kardiás ta pathímata
tha mu dínun mathímata
ke tha pnígo ta esthímata
siopilá s’ éna dákri.
|