Ώρα εφτά τρομαγμένη ξυπνώ, στ’ όνειρό μου είδα σύννεφο μαύρο.
Ένα κόκκινο αστέρι καθότανε πάνω του, μιλώντας μια γλώσσα παράξενη
όλο φωνήεντα σα μωρού παιδιού.
Στον ύπνο σου αν δεις μωρό, έλεγε η γιαγιά μου κουνώντας το κεφάλι δεν είναι
καλό καθόλου καλό στενοχώρια κι’ ατυχία στενοχώρια κι’ ατυχία.
Ώρα εφτά και μισή με καφέ προσπαθώ να ντυθώ έχω αργήσει.
Έξω η πόλη γκρινιάζει, φωνές κι’ αυτοκίνητα το τζιν δε μου μπαίνει ζορίζομαι.
Άδειο στομάχι μου κάνε υπομονή δαγκώνω μια μπουκιά ψωμί μήπως και
γλυκάνω του ονείρου μου τη γεύση δεν ήταν καλό καθόλου καλό στενοχώρια κι’ ατυχία στενοχώρια κι’ ατυχία.
Ώρα εννιά στο ταξί μ’ άλλους τρεις λαϊκά τραγουδούν στα ηχεία
βρέχει κι’ έχει πορεία ακούω τα συνθήματα ν’ αλλάξει ζητάνε ο κόσμος μας
πέτρα στομάχι μου άδεια μου ζωή.
Ανάβω ένα στριφτό βαρύ, μήπως το τσιγάρο με κάνει να ξεχάσω
πως είδα ένα κακό όνειρο κακό στενοχώρια κι’ ατυχία
στενοχώρια κι’ατυχία.
Δέκα η ώρα στο γιατρό σκοτεινή, περιμένω ν’ ακούσω τα νέα.
Μ’ αρρωσταίνουν τα φώτα γυρνάει προς το μέρος μου ρωτάει
να μάθει τι σκέφτομαι στέκεται όρθιος σηκώνομαι κι εγώ.
Υπογράφει ένα μπλε χαρτί μου λέει όλα εντάξει αυτό που περιμένω.
Είναι θετικό το τεστ μου θετικό ποιος τι χάρη σου μου λέει
έλα γέλασε μου λέει χαρά και ευτυχία χαρά και ευτυχία.
Μάνα μου που ξαγρυπνάς εκεί ψηλά στον ουρανό κι’ ανησυχείς
για μένα εδώ στη γη που υποφέρω που προσπαθώ να γιατρευτώ
μετά από ένα χωρισμό.
Μάνα μες τη κοιλιά μου μεγαλώνει ένα μωρό.
Εγώ που όλα τα έμαθα και τίποτα δεν ξέρω θα γίνω μάνα, μάνα μου.
Μάνα μες τη….
|
Ώra eftá tromagméni ksipnó, st’ óniró mu ida sínnefo mavro.
Έna kókkino astéri kathótane páno tu, milóntas mia glóssa parákseni
ólo foníenta sa moru pediu.
Ston ípno su an dis moró, élege i giagiá mu kunóntas to kefáli den ine
kaló kathólu kaló stenochória ki’ atichía stenochória ki’ atichía.
Ώra eftá ke misí me kafé prospathó na ntithó écho argísi.
Έkso i póli gkriniázi, fonés ki’ aftokínita to tzin de mu beni zorízome.
Άdio stomáchi mu káne ipomoní dagkóno mia bukiá psomí mípos ke
glikáno tu oniru mu ti gefsi den ítan kaló kathólu kaló stenochória ki’ atichía stenochória ki’ atichía.
Ώra enniá sto taksí m’ állus tris laiká tragudun sta ichia
vréchi ki’ échi poria akuo ta sinthímata n’ alláksi zitáne o kósmos mas
pétra stomáchi mu ádia mu zoí.
Anávo éna striftó varí, mípos to tsigáro me káni na ksecháso
pos ida éna kakó óniro kakó stenochória ki’ atichía
stenochória ki’atichía.
Déka i óra sto giatró skotiní, periméno n’ akuso ta néa.
M’ arrostenun ta fóta girnái pros to méros mu rotái
na máthi ti skéftome stékete órthios sikónome ki egó.
Ipográfi éna ble chartí mu léi óla entáksi aftó pu periméno.
Ine thetikó to test mu thetikó pios ti chári su mu léi
éla gélase mu léi chará ke eftichía chará ke eftichía.
Mána mu pu ksagripnás eki psilá ston uranó ki’ anisichis
gia ména edó sti gi pu ipoféro pu prospathó na giatreftó
metá apó éna chorismó.
Mána mes ti kiliá mu megalóni éna moró.
Egó pu óla ta ématha ke típota den kséro tha gino mána, mána mu.
Mána mes ti….
|