Με τη γριά τη μάνα μου
να μην τα βάζεις βρε.
Κολύμπησε τον Βόσπορο
και είχε στην πλάτη εμέ.
Σαράντα μέρες πέλαγο
δεν είχε ούτε νερό,
γοργόνα γαλανόλευκη
και μ’ έφερε ως εδώ.
Μπας και έχει Τούρκο το αίμα σου
και τηνε τυραννάς
με τα σπασμένα γκέμια σου
παίρνεις και την χτυπάς.
Μάνα, μανούλα μου,
ψυχή, ψυχούλα μου,
στα βράχια θα τη σπρώξω
να πάει να γκρεμιστεί.
Μάνα, μανούλα μου,
ψυχή, ψυχούλα μου.
|
Me ti griá ti mána mu
na min ta vázis vre.
Kolíbise ton Oósporo
ke iche stin pláti emé.
Saránta méres pélago
den iche ute neró,
gorgóna galanólefki
ke m’ éfere os edó.
Bas ke échi Turko to ema su
ke tine tirannás
me ta spasména gkémia su
pernis ke tin chtipás.
Mána, manula mu,
psichí, psichula mu,
sta vráchia tha ti sprókso
na pái na gkremisti.
Mána, manula mu,
psichí, psichula mu.
|