Μια βραδιά στο πεζοδρόμιο
ονειροδρόμιο μου κάνεις το μυαλό.
Κι η καρδιά μες στο ψιλόβροχο
σαν το διώροφο γκρεμίζεται στα δυο.
Πίτσι πίτσι ώρες μ’ έψηνες,
χάδια μου έδινες, αγάπες και φιλιά
και το παρελθόν το άδικο
σαν βενζινάδικο του έβαλες φωτιά.
Μάνα μου, εγώ για σένα θα ξεχάσω και τη μάνα μου,
θ’ αφήσω απότιστη, βρε, και τη ματζουράνα μου
και θα ξεγράψω την παλιά μου τη ζωή.
Μάνα μου, βρε, πως την πάτησα εγώ καλά καθούμενα
λες και δεν είχα στη ζωή μου προηγούμενα!
Τόσα στραπάτσα και αντέχω η τρελή!
Μια βραδιά χωρίς προσχήματα
παραπατήματα αρχίζει η καρδιά·
τα παλιά σαν ρούχο πέταξα
κι όλα τα έκαψα σ’ αυτή την αγκαλιά.
Το πρωί μέσ’ απ’ τη στάχτη μου
σου λέω αγάπη μου, να φύγουμε μαζί.
Μην αφήσουμε το αύριο
να γίνει άγριο και η ζωή πεζή.
|
Mia vradiá sto pezodrómio
onirodrómio mu kánis to mialó.
Ki i kardiá mes sto psilóvrocho
san to diórofo gkremízete sta dio.
Pítsi pítsi óres m’ épsines,
chádia mu édines, agápes ke filiá
ke to parelthón to ádiko
san venzinádiko tu évales fotiá.
Mána mu, egó gia séna tha ksecháso ke ti mána mu,
th’ afíso apótisti, vre, ke ti matzurána mu
ke tha ksegrápso tin paliá mu ti zoí.
Mána mu, vre, pos tin pátisa egó kalá kathumena
les ke den icha sti zoí mu proigumena!
Tósa strapátsa ke antécho i trelí!
Mia vradiá chorís proschímata
parapatímata archízi i kardiá·
ta paliá san rucho pétaksa
ki óla ta ékapsa s’ aftí tin agkaliá.
To pri més’ ap’ ti stáchti mu
su léo agápi mu, na fígume mazí.
Min afísume to avrio
na gini ágrio ke i zoí pezí.
|