Ένα πουλί μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
ένα πουλί απ’ το χωριό μας, ένα πουλί απ’ το χωριό μας
φεύγει για καημό δικό μας.
Φεύγει και μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
φεύγει και πάει στα ξένα, φεύγει και πάει στα ξένα
ξένα και ξενιτεμένα.
Απόψε είδα μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
απόψε είδα στ’ όνειρό μου, απόψε είδα στ’ όνειρό μου
μαύρα μάτια στο πλευρό μου.
Και ξυπνώ μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
και ξυπνώ και δεν τα βρίσκω, και ξυπνώ και δεν τα βρίσκω
κάλλιο πια να ξεψυχήσω.
Με τα ρούχα μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
με τα ρούχα μου μαλώνω, με τα ρούχα μου μαλώνω
τα ξεσκίζω τα μπαλώνω.
Ρούχα μου μάνα μου
ματζουράνα μου μάνα,
ρούχα μου παλιά μου ρούχα, ρούχα μου παλιά μου ρούχα
που ‘ναι τα μαύρα μάτια που ‘χα.
|
Έna pulí mána mu
matzurána mu mána,
éna pulí ap’ to chorió mas, éna pulí ap’ to chorió mas
fevgi gia kaimó dikó mas.
Fevgi ke mána mu
matzurána mu mána,
fevgi ke pái sta kséna, fevgi ke pái sta kséna
kséna ke kseniteména.
Apópse ida mána mu
matzurána mu mána,
apópse ida st’ óniró mu, apópse ida st’ óniró mu
mavra mátia sto plevró mu.
Ke ksipnó mána mu
matzurána mu mána,
ke ksipnó ke den ta vrísko, ke ksipnó ke den ta vrísko
kállio pia na ksepsichíso.
Me ta rucha mána mu
matzurána mu mána,
me ta rucha mu malóno, me ta rucha mu malóno
ta kseskízo ta balóno.
Rucha mu mána mu
matzurána mu mána,
rucha mu paliá mu rucha, rucha mu paliá mu rucha
pu ‘ne ta mavra mátia pu ‘cha.
|