Σου ‘χω κάνει δώρο αστέρια
με κοιτάνε δυο μαχαίρια
έχω κλάψει καλοκαίρια
δε θ’ αγγίξω τέτοια χέρια.
Και δεν ξέρω τι να σβήσω
τι να κλείσω, τι ν’ αφήσω
πες μου μόνο πως ξεχνάνε
πως τα βράδια δεν πονάνε.
Χέρια ξένα αγαπημένα
σε φωνάζουν πληγωμένα
κάθε δάκρυ στη ζωή μου
κάθε γέλιο εσύ ψυχή μου.
Πως να πεις ξανά το ψέμα
πως ν’ αλλάξεις ένα βλέμμα
πως να φύγεις μακριά μου
όταν ζεις στην αγκαλιά μου.
Αν τα μάτια τώρα κλείσω
θέλω μόνο αυτό ν’ αφήσω
το φιλί που σου ‘χω τάξει
το ‘χω κλείσει σε μετάξι.
|
Su ‘cho káni dóro astéria
me kitáne dio macheria
écho klápsi kalokeria
de th’ angikso tétia chéria.
Ke den kséro ti na svíso
ti na kliso, ti n’ afíso
pes mu móno pos ksechnáne
pos ta vrádia den ponáne.
Chéria kséna agapiména
se fonázun pligoména
káthe dákri sti zoí mu
káthe gélio esí psichí mu.
Pos na pis ksaná to pséma
pos n’ alláksis éna vlémma
pos na fígis makriá mu
ótan zis stin agkaliá mu.
An ta mátia tóra kliso
thélo móno aftó n’ afíso
to filí pu su ‘cho táksi
to ‘cho klisi se metáksi.
|