Νυχτώνει
κι από το σώμα σου μονάχα το σεντόνι
να μου θυμίζει πως κοιμήθηκες εδώ.
Σηκώνει
αυτός ο έρωτας μπροστά μου τόση σκόνη
που δε μ’ αφήνει όσα έρχονται να δω.
Νυχτώνει
γλιστράει στο στήθος το φιλί και με λερώνει
φέρε μου πίσω τη φωτιά σου να πλυθώ.
Ματώνει
αυτός ο έρωτας που όλο δυναμώνει
και δε μ’ αφήνει από σένα να σωθώ.
Εγώ για σένα μια σταλιά
απόμεινα απ’ τα φιλιά
περπάτησα καημό καημό
από χαντάκι σε γκρεμό.
Κι εσύ για μένα μια θηλιά
πληγή καινούρια και παλιά
ενός τσιγάρου διαδρομή
από φαράγγι σε κορμί.
|
Nichtóni
ki apó to sóma su monácha to sentóni
na mu thimízi pos kimíthikes edó.
Sikóni
aftós o érotas brostá mu tósi skóni
pu de m’ afíni ósa érchonte na do.
Nichtóni
glistrái sto stíthos to filí ke me leróni
fére mu píso ti fotiá su na plithó.
Matóni
aftós o érotas pu ólo dinamóni
ke de m’ afíni apó séna na sothó.
Egó gia séna mia staliá
apómina ap’ ta filiá
perpátisa kaimó kaimó
apó chantáki se gkremó.
Ki esí gia ména mia thiliá
pligí kenuria ke paliá
enós tsigáru diadromí
apó farángi se kormí.
|