Θα πω για μια κοπέλα
που μένει εδώ κοντά.
Είν’ η μικρή μας Στέλλα
δουλεύει σ’ ένα μπαρ.
Όταν σχολάει το βράδυ
πηγαίνει βιαστική
να βρει μες στο σκοτάδι
κάποιο καλό παιδί.
Εκείνος είναι αρτίστας
σε πίστα λαϊκή.
Είν’ ακορντεονίστας
και παίζει μουσική.
Τρυφερή μουσική
δυνατή μουσική
μα εκείνη ποτέ δε χορεύει.
Της αρκεί που ‘ναι `κει
για ν’ ακούει μουσική
κι ένα βλέμμα δικό του να κλέβει.
Σε μια μόνο στιγμή
τρέμουν χίλιοι σφυγμοί
και τον ίσκιο του ακόμα ζηλεύει.
Και φοβάται πολύ
μήπως έρθει η στιγμή
που θα χάσει αυτόν που λατρεύει.
Εκείνη είναι στην πίστα
και στέκει μοναχή.
Του ακορντεονίστα
του βάλαν το χακί.
Όταν τελειώσει η μάχη
θα ρθει και θα τη βρει.
Λίγο κουράγιο να `χει
κι αυτό θα ξεχαστεί.
Τι όμορφα που θα `ναι
σαν θα ‘ρθει η μέρα αυτή.
Στην εκκλησιά θα πάνε
θ’ ανάψουνε κερί.
Και θ’ ακούν μουσική
τρυφερή μουσική
αγκαλιά θα χορεύουν στην πίστα.
Και θα πίνουν κρασί
και σαμπάνια χρυσή
στην υγειά του ακορντεονίστα.
Σε μια μόνο στιγμή
τρέμουν χίλιοι σφυγμοί
και τον ίσκιο του ακόμα ζηλεύει.
Και φοβάται πολύ
μήπως έρθει η στιγμή
που θα χάσει αυτόν που λατρεύει.
Μα τώρα είναι στον δρόμο
και στέκεται βουβή.
Τον πιο μεγάλο πόνο
τον γνώρισε κι αυτή.
Και δεν την νοιάζει διόλου
ο κόσμος τι θα πει.
Δε σκέφτεται καθόλου
βουλιάζει στο κρασί.
Τα βλέφαρα σου κλείσ’ τα
φύγε κι εσύ για κει.
Ν’ ακούσεις τον αρτίστα
να παίζει μουσική.
Δυνατή μουσική
τρυφερή μουσική
δεν υπάρχει κανείς
δεν μπορείς ν’ ακουστείς!
Δεν μπορώ να σε βρω
ούτε κει, ούτε δω
έχω μείνει μονάχη κι αλλάζω.
Δεν μπορεί ν’ ακουστεί
η παλιά μουσική
δεν αρκεί, δεν αρκεί να φωνάζω.
Δεν μπορώ!!!
Δεν μπορώ, σταματήστε!
|
Tha po gia mia kopéla
pu méni edó kontá.
In’ i mikrí mas Stélla
dulevi s’ éna bar.
Όtan scholái to vrádi
pigeni viastikí
na vri mes sto skotádi
kápio kaló pedí.
Ekinos ine artístas
se písta laikí.
In’ akornteonístas
ke pezi musikí.
Triferí musikí
dinatí musikí
ma ekini poté de chorevi.
Tis arki pu ‘ne `ki
gia n’ akui musikí
ki éna vlémma dikó tu na klévi.
Se mia móno stigmí
trémun chílii sfigmi
ke ton ískio tu akóma zilevi.
Ke fováte polí
mípos érthi i stigmí
pu tha chási aftón pu latrevi.
Ekini ine stin písta
ke stéki monachí.
Tu akornteonísta
tu válan to chakí.
Όtan teliósi i máchi
tha rthi ke tha ti vri.
Lígo kurágio na `chi
ki aftó tha ksechasti.
Ti ómorfa pu tha `ne
san tha ‘rthi i méra aftí.
Stin ekklisiá tha páne
th’ anápsune kerí.
Ke th’ akun musikí
triferí musikí
agkaliá tha chorevun stin písta.
Ke tha pínun krasí
ke sabánia chrisí
stin igiá tu akornteonísta.
Se mia móno stigmí
trémun chílii sfigmi
ke ton ískio tu akóma zilevi.
Ke fováte polí
mípos érthi i stigmí
pu tha chási aftón pu latrevi.
Ma tóra ine ston drómo
ke stékete vuví.
Ton pio megálo póno
ton gnórise ki aftí.
Ke den tin niázi diólu
o kósmos ti tha pi.
De skéftete kathólu
vuliázi sto krasí.
Ta vléfara su klis’ ta
fíge ki esí gia ki.
N’ akusis ton artísta
na pezi musikí.
Dinatí musikí
triferí musikí
den ipárchi kanis
den boris n’ akustis!
Den boró na se vro
ute ki, ute do
écho mini monáchi ki allázo.
Den bori n’ akusti
i paliá musikí
den arki, den arki na fonázo.
Den boró!!!
Den boró, stamatíste!
|