Μες στα όνειρά μου έρχεσαι τα βράδια
στων ματιών τις άκρες δυο μικρά πετράδια
τη γνωστή σου θέση στο πλευρό μου παίρνεις
για να σε δεχτώ.
Νιώθω να μ’ αγγίζεις τρυφερά στα χείλη
πριν καλά καλά ο ήλιος ανατείλει
δεν μιλάς καθόλου σαν να περιμένεις
κάτι να σου πω.
Ήσουν η ζωή μου κι ήμουν άνθρωπός σου
όλα μου τα πλούτη, το χαμόγελό σου
όμως μ’ ένα βήμα δε γυρίζει ο χρόνος
πάλι απ’ την αρχή.
Ήσουν η ζωή μου κι ήμουν άνθρωπός σου
μια αγκαλιά τις νύχτες κι άγιο φυλαχτό σου
τώρα την καρδιά σου βασανίζει
ο πόνος και η ενοχή.
Η σκηνή που βλέπω είναι πάντα ίδια
ένα αστέρι πέφτει στα αποκαΐδια
μέσα από τις στάχτες δεν ξαναγεννιέται,
χάνεται στη γη.
Σε βαραίνουν τύψεις, φαίνεται στο βλέμμα
να που τα ωραία έχουνε και τέρμα
ό, τι κι αν υπάρχει μέσα μου σ’ αρνιέται,
γίνεται κραυγή.
Ήσουν η ζωή μου κι ήμουν άνθρωπός σου
όλα μου τα πλούτη, το χαμόγελό σου
όμως μ’ ένα βήμα δε γυρίζει ο χρόνος
πάλι απ’ την αρχή.
Ήσουν η ζωή μου κι ήμουν άνθρωπός σου
μια αγκαλιά τις νύχτες κι άγιο φυλαχτό σου
τώρα την καρδιά σου βασανίζει
ο πόνος και η ενοχή.
|
Mes sta ónirá mu érchese ta vrádia
ston matión tis ákres dio mikrá petrádia
ti gností su thési sto plevró mu pernis
gia na se dechtó.
Niótho na m’ angizis triferá sta chili
prin kalá kalá o ílios anatili
den milás kathólu san na periménis
káti na su po.
Ήsun i zoí mu ki ímun ánthropós su
óla mu ta pluti, to chamógeló su
ómos m’ éna víma de girízi o chrónos
páli ap’ tin archí.
Ήsun i zoí mu ki ímun ánthropós su
mia agkaliá tis níchtes ki ágio filachtó su
tóra tin kardiá su vasanízi
o pónos ke i enochí.
I skiní pu vlépo ine pánta ídia
éna astéri péfti sta apokaΐdia
mésa apó tis stáchtes den ksanagenniéte,
chánete sti gi.
Se varenun típsis, fenete sto vlémma
na pu ta orea échune ke térma
ó, ti ki an ipárchi mésa mu s’ arniéte,
ginete kravgí.
Ήsun i zoí mu ki ímun ánthropós su
óla mu ta pluti, to chamógeló su
ómos m’ éna víma de girízi o chrónos
páli ap’ tin archí.
Ήsun i zoí mu ki ímun ánthropós su
mia agkaliá tis níchtes ki ágio filachtó su
tóra tin kardiá su vasanízi
o pónos ke i enochí.
|