Έχω τον πόνο ταίρι μου
και τον καημό μπεγλέρι μου.
Απόψε θα ξεσκάσω,
θα πιω, θα ξαποστάσω.
Από σήμερα θ’ αλλάξω,
θα το ρίξω στην τρελή,
πίσω μου δε θα κοιτάξω,
θα ‘μαι ξένοιαστο πουλί,
τη ζωή μου θα γλεντήσω
κι όλα θα τα λησμονήσω,
αχ, θα ‘μαι ξένοιαστο πουλί.
Έχω τον πόνο ταίρι μου
και τον καημό μπεγλέρι μου.
Μα, ξέρω τι θα κάνω
τον πόνο μου να γειανω.
Από σήμερα θ’ αλλάξω,
θα το ρίξω στην τρελή,
πίσω μου δε θα κοιτάξω,
θα ‘μαι ξένοιαστο πουλί,
τη ζωή μου θα γλεντήσω
κι όλα θα τα λησμονήσω,
αχ, θα ‘μαι ξένοιαστο πουλί.
|
Έcho ton póno teri mu
ke ton kaimó begléri mu.
Apópse tha kseskáso,
tha pio, tha ksapostáso.
Apó símera th’ allákso,
tha to ríkso stin trelí,
píso mu de tha kitákso,
tha ‘me kséniasto pulí,
ti zoí mu tha glentíso
ki óla tha ta lismoníso,
ach, tha ‘me kséniasto pulí.
Έcho ton póno teri mu
ke ton kaimó begléri mu.
Ma, kséro ti tha káno
ton póno mu na giano.
Apó símera th’ allákso,
tha to ríkso stin trelí,
píso mu de tha kitákso,
tha ‘me kséniasto pulí,
ti zoí mu tha glentíso
ki óla tha ta lismoníso,
ach, tha ‘me kséniasto pulí.
|