Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο
κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο
ποδιά με σταυρωμένες άγκυρες.
Μπράτσο του πεύκου γλώσσα του ψαριού
αδερφάκι του σύννεφου!
Κοντά σου είδες ν’ ασπρίζει ένα βρεμένο βότσαλο,
άκουσες να σφυρίζει ένα καλάμι.
Τα πιο γυμνά τοπία που γνώρισες,
τα πιο χρωματιστά.
Βαθιά βαθιά ο αστείος περίπατος του σπάρου,
ψηλά ψηλά της εκκλησίτσας το καπέλο
και πέρα πέρα ένα βαπόρι με φουγάρα κόκκινα.
Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο
χαϊμαλί τρελό σαγόνι πεισματάρικο.
Παντελονάκι αέρινο,
στήθος του βράχου κρίνο του νερού.
Μορτάκι του άσπρου σύννεφου!
|
Pedí me to gratsunisméno gónato
kureméno kefáli óniro akurefto
podiá me stavroménes ágkires.
Brátso tu pefku glóssa tu psariu
aderfáki tu sínnefu!
Kontá su ides n’ asprízi éna vreméno vótsalo,
ákuses na sfirízi éna kalámi.
Ta pio gimná topía pu gnórises,
ta pio chromatistá.
Oathiá vathiá o astios perípatos tu spáru,
psilá psilá tis ekklisítsas to kapélo
ke péra péra éna vapóri me fugára kókkina.
Pedí me to gratsunisméno gónato
chaimalí treló sagóni pismatáriko.
Pantelonáki aérino,
stíthos tu vráchu kríno tu neru.
Mortáki tu áspru sínnefu!
|