Κι αν μας χωρίσανε, όλα δε σβήσανε,
απ’ την αγάπη μας την παλιά,
γι’ αυτό θα σμίξουμε, να ξαναχτίσουμε
τη γκρεμισμένη μας φωλιά,
γι’ αυτό θα σμίξουμε, να ξαναχτίσουμε
τη γκρεμισμένη μας φωλιά.
Σε σφάλμα πέσαμε κι οι δυο πονέσαμε,
στο χωρισμό μας που ‘ταν σκληρός,
μα σαν θα μπλέξουμε δε θα προσέξουμε,
κανένα από ‘δώ και ‘μπρός,
μα σαν θα μπλέξουμε δε θα προσέξουμε,
κανένα από ‘δώ και ‘μπρός.
Δε θα γκρινιάζουμε και θα κουρνιάζουμε,
αγκαλιασμένοι κάθε βραδιά,
για να μας βλέπουνε και να ζηλεύουνε,
όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά,
για να μας βλέπουνε και να ζηλεύουνε,
όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά.
Γι’αυτό θα σμίξουμε, να ξαναχτίσουμε
τη γκρεμισμένη μας φωλιά
|
Ki an mas chorísane, óla de svísane,
ap’ tin agápi mas tin paliá,
gi’ aftó tha smíksume, na ksanachtísume
ti gkremisméni mas foliá,
gi’ aftó tha smíksume, na ksanachtísume
ti gkremisméni mas foliá.
Se sfálma pésame ki i dio ponésame,
sto chorismó mas pu ‘tan sklirós,
ma san tha bléksume de tha proséksume,
kanéna apó ‘dó ke ‘brós,
ma san tha bléksume de tha proséksume,
kanéna apó ‘dó ke ‘brós.
De tha gkriniázume ke tha kurniázume,
agkaliasméni káthe vradiá,
gia na mas vlépune ke na zilevune,
óli i rebétes tu ntuniá,
gia na mas vlépune ke na zilevune,
óli i rebétes tu ntuniá.
Gi’aftó tha smíksume, na ksanachtísume
ti gkremisméni mas foliá
|