Γριά πουτάνα που ξυρίζει τα πόδια της
Γίναμε άρρωστοι απ’ αυτήνα όλοι
Ψυχομαμά που σκοτώνει τ’ αγόρια της
Είναι παράξενη αυτή η πόλη…
Βλέπω στα μάτια σου τον τρόμο να χορεύει
Μη με ρωτάς αν νιώθω δυνατός
Μες στο μυαλό μου η τρέλα αρχίζει ν’ αγριεύει
Στείλε μου μήνυμα αν είμαι ζωντανός
Τα βράδια γόησσες ρουφιάνες μας μαγεύουν
Γέροι ανώμαλοι στα μάτια μας κοιτάν
Μπάτσοι στους δρόμους τα στοιχεία μας γυρεύουν
Άθλιες πιάτσες τα κέφια μας ρουφάν
Γκόμενα ψεύτρα που μασάει τα λόγια της
Γίναμε άρρωστοι απ’ αυτήνα όλοι
Ψυχομαμά που σκοτώνει τ’ αγόρια της
Είναι παράξενη αυτή η πόλη…
|
Griá putána pu ksirízi ta pódia tis
Giname árrosti ap’ aftína óli
Psichomamá pu skotóni t’ agória tis
Ine parákseni aftí i póli…
Olépo sta mátia su ton trómo na chorevi
Mi me rotás an niótho dinatós
Mes sto mialó mu i tréla archízi n’ agrievi
Stile mu mínima an ime zontanós
Ta vrádia góisses rufiánes mas magevun
Geri anómali sta mátia mas kitán
Bátsi stus drómus ta stichia mas girevun
Άthlies piátses ta kéfia mas rufán
Gkómena pseftra pu masái ta lógia tis
Giname árrosti ap’ aftína óli
Psichomamá pu skotóni t’ agória tis
Ine parákseni aftí i póli…
|