Γεννήθηκα στον Πειραιά, στα χρόνια τού πενήντα,
στις γειτονιές μεγάλωσα, Καστέλλα και Καμίνια,
εκεί πρωτοσυνάντησα την όμορφη κιθάρα
που ήτανε για μένανε η πιο κρυφή λαχτάρα.
Στον πόνο μου και στη χαρά,
σε τραγουδάω, Πειραιά.
Ο γέρος μου ανέβαινε στο σπίτι με τα πόδια,
Καστέλλα – Λαχαναγορά να βρέχει καλαπόδια,
τις Κυριακές μας πήγαινε ως του Καραϊσκάκη,
να δούμε Ολυμπιακό μαζί με τ’ αδερφάκι.
Στον πόνο μου και στη χαρά,
σε τραγουδάω, Πειραιά.
Στο νου μου έρχεται ξανά το πρώτο μου το ταίρι,
που κάναμε, ρομαντικά, βολτίτσες χέρι – χέρι,
στηνόμουνα, για πάρτη της, στ’ αγιάζι σα σπουργίτι
κι αυτή για να `ρθει να με βρει το ‘σκαγε από το σπίτι.
Στον πόνο μου και στη χαρά,
σε τραγουδάω, Πειραιά.
Στο όμορφο λιμάνι σου, μια μέρα θα γυρίσω
και στο Πασαλιμάνι σου ξανά θα περπατήσω,
τη μάνα που με γέννησε ποτέ δεν την ξεχνάω
και σ’ όλα τα λιμάνια για σένα τραγουδάω.
Στον πόνο μου και στη χαρά,
σε τραγουδάω, Πειραιά.
|
Genníthika ston Pireá, sta chrónia tu penínta,
stis gitoniés megálosa, Kastélla ke Kamínia,
eki protosinántisa tin ómorfi kithára
pu ítane gia ménane i pio krifí lachtára.
Ston póno mu ke sti chará,
se tragudáo, Pireá.
O géros mu anévene sto spíti me ta pódia,
Kastélla – Lachanagorá na vréchi kalapódia,
tis Kiriakés mas pígene os tu Karaiskáki,
na dume Olibiakó mazí me t’ aderfáki.
Ston póno mu ke sti chará,
se tragudáo, Pireá.
Sto nu mu érchete ksaná to próto mu to teri,
pu káname, romantiká, voltítses chéri – chéri,
stinómuna, gia párti tis, st’ agiázi sa spurgiti
ki aftí gia na `rthi na me vri to ‘skage apó to spíti.
Ston póno mu ke sti chará,
se tragudáo, Pireá.
Sto ómorfo limáni su, mia méra tha giríso
ke sto Pasalimáni su ksaná tha perpatíso,
ti mána pu me génnise poté den tin ksechnáo
ke s’ óla ta limánia gia séna tragudáo.
Ston póno mu ke sti chará,
se tragudáo, Pireá.
|