Ποιος θα το πίστευε, ότι θα ερχόταν ώρα
ποιος θα το πίστευε, πως θα ‘φτανε ποτέ στιγμή
που θα μας έδερνε, του χωρισμού η μπόρα
και τα χαμόγελα, πικροί θα γίνονταν λυγμοί.
Αντίο λοιπόν, κι αν τη χαρά μαζί σου παίρνεις
κουράγιο θα βρω ν’ αντέξω αυτόν τον χωρισμό
αντίο λοιπόν, κι αν θες, στις στράτες που θα παίρνεις
σημάδια να βρεις, να βάλεις για το γυρισμό.
Ποιος θα το πίστευε, ότι θα ερχόταν ώρα
ποιος θα το πίστευε, πως θα ‘φτανε ποτέ στιγμή.
Ποιος φανταζότανε, πως όλα θα τελειώσουν
έτσι όπως τέλειωσαν ετούτη την στερνή νυχτιά
και πως τα όνειρα, σαν τα κεριά θα λιώσουν
γιατί δε θ’ άντεχαν κι αυτά στου πόνου τη φωτιά.
Αντίο λοιπόν, κι αν τη χαρά μαζί σου παίρνεις
κουράγιο θα βρω ν’ αντέξω αυτόν τον χωρισμό
αντίο λοιπόν, κι αν θες, στις στράτες που θα παίρνεις
σημάδια να βρεις, να βάλεις για το γυρισμό.
Ποιος θα το πίστευε, ότι θα ερχόταν ώρα
ποιος θα το πίστευε, πως θα ‘φτανε ποτέ στιγμή.
|
Pios tha to písteve, óti tha erchótan óra
pios tha to písteve, pos tha ‘ftane poté stigmí
pu tha mas éderne, tu chorismu i bóra
ke ta chamógela, pikri tha ginontan ligmi.
Antío lipón, ki an ti chará mazí su pernis
kurágio tha vro n’ antékso aftón ton chorismó
antío lipón, ki an thes, stis strátes pu tha pernis
simádia na vris, na vális gia to girismó.
Pios tha to písteve, óti tha erchótan óra
pios tha to písteve, pos tha ‘ftane poté stigmí.
Pios fantazótane, pos óla tha teliósun
étsi ópos téliosan etuti tin sterní nichtiá
ke pos ta ónira, san ta keriá tha liósun
giatí de th’ ántechan ki aftá stu pónu ti fotiá.
Antío lipón, ki an ti chará mazí su pernis
kurágio tha vro n’ antékso aftón ton chorismó
antío lipón, ki an thes, stis strátes pu tha pernis
simádia na vris, na vális gia to girismó.
Pios tha to písteve, óti tha erchótan óra
pios tha to písteve, pos tha ‘ftane poté stigmí.
|