Ψεύτικα αισθήματα ψεύτικοι κόσμοι,
μα το παράξενο φως του έρωτός μου
φέγγει στου σκοτεινού δρόμου την άκρη
με το παράπονο και με το δάκρυ.
Κόρη χλωμόθωρη μαυροντυμένη
κι είναι σαν όνειρο και περιμένει.
Λάμπει το βλέμμα της απ’ την ασθένεια
σάμπως να λιώνουνε χέρια κερένια.
Στ’ άσαρκα μάγουλα πώς έχει μείνει
πίκρα το νόημα γέλιου που σβήνει!
Είναι τ’ αξήγητο το μικροστόμα
δίχως το μίλημα, δίχως το χρώμα.
Κάποια μεσάνυχτα θα σ’ αγαπήσω,
μούσα τα μάτια σου θα τα φιλήσω,
να `βρω γυρεύοντας μες στα νερά τους
τα χρυσονείρατα και τους θανάτους
και τη βασίλισσα λέξη του κόσμου,
και το παράξενο φως του έρωτός μου.
|
Pseftika esthímata pseftiki kósmi,
ma to parákseno fos tu érotós mu
féngi stu skotinu drómu tin ákri
me to parápono ke me to dákri.
Kóri chlomóthori mavrontiméni
ki ine san óniro ke periméni.
Lábi to vlémma tis ap’ tin asthénia
sábos na liónune chéria kerénia.
St’ ásarka mágula pós échi mini
píkra to nóima géliu pu svíni!
Ine t’ aksígito to mikrostóma
díchos to mílima, díchos to chróma.
Kápia mesánichta tha s’ agapíso,
musa ta mátia su tha ta filíso,
na `vro girevontas mes sta nerá tus
ta chrisonirata ke tus thanátus
ke ti vasílissa léksi tu kósmu,
ke to parákseno fos tu érotós mu.
|