Χίλιους όρκους έκανες πως μ’ αγαπάς
τώρα λες πως άλλο δε με πας
σε κατώτερους θεούς θα `ταν οι όρκοι μάλλον
Τώρα ξέρω, με φιλούσες γενικά
λόγια χάδια ήταν όλα τυπικά
μια παρέα, έτσι να `χεις, μεταξύ των άλλων
Ψέματα
όλα ήταν ψέματα
κάθε γέλιο, δάκρυ σου καυτό
ήταν κι αυτό..
Ψέματα
όλα ήταν ψέματα
κάθε γέλιο, δάκρυ σου καυτό
ήταν κι αυτό..
Ψέματα
Δώρα, γράμματα και κάρτες σου κοιτώ
και τον έρωτά σου αναζητώ
και τα όνειρα που πήγανε χαμένα
Σε καθρέφτη ήσουν είδωλο πλαστό
μα κι εγώ, που να το φανταστώ
πώς εκείνο μ’ αγαπούσε αντί για σένα
|
Chílius órkus ékanes pos m’ agapás
tóra les pos állo de me pas
se katóterus theus tha `tan i órki mállon
Tóra kséro, me filuses geniká
lógia chádia ítan óla tipiká
mia paréa, étsi na `chis, metaksí ton állon
Psémata
óla ítan psémata
káthe gélio, dákri su kaftó
ítan ki aftó..
Psémata
óla ítan psémata
káthe gélio, dákri su kaftó
ítan ki aftó..
Psémata
Dóra, grámmata ke kártes su kitó
ke ton érotá su anazitó
ke ta ónira pu pígane chaména
Se kathréfti ísun idolo plastó
ma ki egó, pu na to fantastó
pós ekino m’ agapuse antí gia séna
|