Για να στάξει το κερί θέλει φωτιά
κι η βροχή δε σταμάτει στην πλημμύρα.
Μα εσύ μ’ έχεις γεμίσει με ψευτιά
και το δρόμο της επιστροφής μου πήρα.
Σ’ εμπιστεύτηκα, σ’ εμπιστεύτηκα,
μες στα μαγικά σου χάδια παγιδεύτηκα.
Σ’ εμπιστεύτηκα, σ’ εμπιστεύτηκα,
είσ’ ο μόνος στη ζωή μου που ερωτεύτηκα.
Σ’ εμπιστεύτηκα.
Η αγάπη και η αλήθεια θέλουν φως,
δεν αντέχουν στο σκοτάδι και στο ψέμα.
Μα για μένα έχεις γίνει ένας εχθρός
και μου πάγωσες στις φλέβες μου το αίμα.
|
Gia na stáksi to kerí théli fotiá
ki i vrochí de stamáti stin plimmíra.
Ma esí m’ échis gemísi me pseftiá
ke to drómo tis epistrofís mu píra.
S’ ebisteftika, s’ ebisteftika,
mes sta magiká su chádia pagideftika.
S’ ebisteftika, s’ ebisteftika,
is’ o mónos sti zoí mu pu eroteftika.
S’ ebisteftika.
I agápi ke i alíthia thélun fos,
den antéchun sto skotádi ke sto pséma.
Ma gia ména échis gini énas echthrós
ke mu págoses stis fléves mu to ema.
|