Στάσου,
την τελευταία, αν θέλεις, ρίξε μου ματιά σου.
Πριν φύγεις ρώτα μια φορά και την καρδιά σου
για να σου πει.
Στάσου,
το πείσμα είναι το μεγάλο αμάρτημά σου,
μ’ αυτό σκοτώνεις το μεγάλο έρωτά σου
σε μια στιγμή.
Κι αν κάπου αλλού σε οδηγούν τα βήματά σου,
θα είναι βήματα που παν προς το κενό
γιατί μπροστά σου
θα βρεις ρημάδια τα γλυκά τα όνειρά σου,
αφού εγώ υπάρχω μόνο στην καρδιά σου.
Μη φεύγεις, στάσου.
Στάσου,
θα τα ξεχάσω όλα τα λόγια τα πικρά σου
και θα κουρνιάσω μες στα χέρια τα ζεστά σου
σαν το πουλί.
Στάσου,
εγώ δε μέτρησα ποτέ τα σφάλματά σου,
τα συγχωρούσα γέρνοντας στην αγκαλιά σου
μ’ ένα φιλί.
|
Stásu,
tin teleftea, an thélis, ríkse mu matiá su.
Prin fígis róta mia forá ke tin kardiá su
gia na su pi.
Stásu,
to pisma ine to megálo amártimá su,
m’ aftó skotónis to megálo érotá su
se mia stigmí.
Ki an kápu allu se odigun ta vímatá su,
tha ine vímata pu pan pros to kenó
giatí brostá su
tha vris rimádia ta gliká ta ónirá su,
afu egó ipárcho móno stin kardiá su.
Mi fevgis, stásu.
Stásu,
tha ta ksecháso óla ta lógia ta pikrá su
ke tha kurniáso mes sta chéria ta zestá su
san to pulí.
Stásu,
egó de métrisa poté ta sfálmatá su,
ta sigchorusa gérnontas stin agkaliá su
m’ éna filí.
|