Μου παγώσαν την ψυχή όσα μου ’πανε σαν χιόνι
πως μοιράζεις μια ζωή κι ότι πια δεν είσαι μόνη.
Μου πληγώσαν την ψυχή τα θολά τα βήματά σου,
μα θα έρθει η στιγμή που όλα θα τα βρεις μπροστά σου.
Στη φωτιά το χέρι μου πάντα έβαζα για σένα,
ό,τι κι αν μου λέγανε, πάντα πίστευα εσένα.
Όμως όλα αλλάξανε, το μυαλό μου έχει γυρίσει,
οι σκέψεις με τρελάνανε, έχω πια αγανακτήσει.
Όλα μοιάζουν δύσκολα, δεν μπορώ να συνηθίσω
ότι έδωσα πολλά δίχως κάτι να ζητήσω.
Όλα μοιάζουν μια στροφή που απότομα έχω φύγει,
χάσαμε πια επαφή, πουθενά δεν καταλήγει.
Στη φωτιά το χέρι μου πάντα έβαζα για σένα,
ό,τι κι αν μου λέγανε, πάντα πίστευα εσένα.
Όμως όλα αλλάξανε, το μυαλό μου έχει γυρίσει,
οι σκέψεις με τρελάνανε, έχω πια αγανακτήσει.
|
Mu pagósan tin psichí ósa mu ’pane san chióni
pos mirázis mia zoí ki óti pia den ise móni.
Mu pligósan tin psichí ta tholá ta vímatá su,
ma tha érthi i stigmí pu óla tha ta vris brostá su.
Sti fotiá to chéri mu pánta évaza gia séna,
ó,ti ki an mu légane, pánta písteva eséna.
Όmos óla alláksane, to mialó mu échi girísi,
i sképsis me trelánane, écho pia aganaktísi.
Όla miázun dískola, den boró na sinithíso
óti édosa pollá díchos káti na zitíso.
Όla miázun mia strofí pu apótoma écho fígi,
chásame pia epafí, puthená den katalígi.
Sti fotiá to chéri mu pánta évaza gia séna,
ó,ti ki an mu légane, pánta písteva eséna.
Όmos óla alláksane, to mialó mu échi girísi,
i sképsis me trelánane, écho pia aganaktísi.
|