Εσύ που είσ’ ακόμα εκεί
στης αμαρτίας το στρατί
και στο μικρό σου το κορμί
έχεις για πάντα φορτωθεί
της γης όλα τα λάθη
Εσύ που σου ‘δωσαν να πιεις
απ’ της ζωής το κατακάθι
Είσαι για μένα ο πιο πικρός
μέσα στη νύχτα στεναγμός
κάπου σαν ίσκιος σκοτεινός
μοιάζεις ο ίδιος μου εαυτός
Να γίνονταν να φορτωθώ
τα κρίματα σου να σωθώ
Εσύ μοιράζεις το φιλί
κι η κοινωνία τη ντροπή
ένα τραγούδι τι να πει
όταν στο βούρκο η ζωή
ανοίγει μονοπάτι
Αχ η ελπίδα η κοινή
δε βρίσκει απόψ’ έναν πελάτη
|
Esí pu is’ akóma eki
stis amartías to stratí
ke sto mikró su to kormí
échis gia pánta fortothi
tis gis óla ta láthi
Esí pu su ‘dosan na piis
ap’ tis zoís to katakáthi
Ise gia ména o pio pikrós
mésa sti níchta stenagmós
kápu san ískios skotinós
miázis o ídios mu eaftós
Na ginontan na fortothó
ta krímata su na sothó
Esí mirázis to filí
ki i kinonía ti ntropí
éna tragudi ti na pi
ótan sto vurko i zoí
anigi monopáti
Ach i elpída i kiní
de vríski apóps’ énan peláti
|