Πάνω μου γέρνει ένας σακάτης ουρανός
ριγούν τ’ αστέρια, πέφτουν στο αδιάβροχό μου.
Είναι συνήθεια που έχω από μικρός
ν’ αγαπάω ό,τι με σπρώχνει στο χαμό μου.
Υφαίνω σάβανα με ήλιους παιδικούς,
αναρωτιέμαι αν θα βρω κάποιο σου χνάρι.
Μαθαίνω νέα σου από δαίμονες τρελούς,
απ’ αστροναύτες που σε είδαν στο φεγγάρι.
Κάνω παρέα με λεπρούς που θέλουν χάδια,
μ’ άγια ρεμάλια και μυαλά σακατεμένα,
κατατρεγμένους που αγκαλιάζουνε σκοτάδια
μήπως ακούσω και μου πουν κάτι για σένα.
Και έτσι βυθίζομαι στην άβυσσο μ’ απόγνωση
αφού μακριά σου έτσι κι αλλιώς είμαι χαμένος.
Η αγάπη είναι ένας σκύλος απ’ την κόλαση
και εγώ έχω φτάσει εκεί και την προσμένω.
|
Páno mu gérni énas sakátis uranós
rigun t’ astéria, péftun sto adiávrochó mu.
Ine siníthia pu écho apó mikrós
n’ agapáo ó,ti me spróchni sto chamó mu.
Ifeno sávana me ílius pedikus,
anarotiéme an tha vro kápio su chnári.
Matheno néa su apó demones trelus,
ap’ astronaftes pu se idan sto fengári.
Káno paréa me leprus pu thélun chádia,
m’ ágia remália ke mialá sakateména,
katatregménus pu agkaliázune skotádia
mípos akuso ke mu pun káti gia séna.
Ke étsi vithízome stin ávisso m’ apógnosi
afu makriá su étsi ki alliós ime chaménos.
I agápi ine énas skílos ap’ tin kólasi
ke egó écho ftási eki ke tin prosméno.
|