Το βράδυ θυμάμαι, που είπα φοβάμαι
μην πάθω κακό.
Μα γέλασες τότε και ρώτησες πότε
θα γίνει αυτό.
Εσένα εννοούσα, για σένα μιλούσα,
μα πως να σ’ το πω,
πως μέσα μου κάτι δεν έκλεινε μάτι
εδώ και καιρό.
Η αγάπη όταν φεύγει, στις μύτες πατάει,
και δε χαιρετάει, δε λέει ευχαριστώ
Η αγάπη όταν φεύγει, τα πάντα ξεχνάει,
αυτό με πονάει, αυτό δεν μπορώ.
Όσοι αγαπιούνται, τις νύχτες κοιμούνται,
και βγάζουν καπνό.
Σού είπα ένα βράδυ, κι εσύ το `χες πάρει
γι’ αστείο χαζό.
Για μας σου μιλούσα, εμάς εννοούσα,
μα πως να σ’ το πω,
πως μέσα μου κάτι, δεν έκλεινε μάτι
εδώ και καιρό.
|
To vrádi thimáme, pu ipa fováme
min pátho kakó.
Ma gélases tóte ke rótises póte
tha gini aftó.
Eséna ennousa, gia séna milusa,
ma pos na s’ to po,
pos mésa mu káti den ékline máti
edó ke keró.
I agápi ótan fevgi, stis mítes patái,
ke de cheretái, de léi efcharistó
I agápi ótan fevgi, ta pánta ksechnái,
aftó me ponái, aftó den boró.
Όsi agapiunte, tis níchtes kimunte,
ke vgázun kapnó.
Su ipa éna vrádi, ki esí to `ches pári
gi’ astio chazó.
Gia mas su milusa, emás ennousa,
ma pos na s’ to po,
pos mésa mu káti, den ékline máti
edó ke keró.
|