Πέρασες πολλά, κι εγώ πιο πολλά.
Ήρθε η στιγμή που η μοίρα χρωστά
να ’μαστε μαζί, δίχως μια ρωγμή
και στα εύκολα και στα δύσκολα.
Εγώ στου χρόνου τα σκοτάδια
θα ανατέλλω,
αν σε έχω μέσα στη ζωή μου
όπως θέλω.
Κι όταν καιρό μετά,
και η ψυχή και το σώμα
παίζουν με τη φθορά,
με φόβο σε ρωτώ,
άραγε εσύ, θα μ’ αγαπάς ακόμα;
Έχω ονειρευτεί πράγματα τρελά,
πως το πάθος μας, οδηγεί στη χαρά
να ’μαστε μαζί, δίχως μια ρωγμή
και στα εύκολα και στα δύσκολα.
Εγώ ερείπια κουβαλώ,
μα μέσα σου μπορώ,
το μέλλον μου να χτίσω
να βρω γενναία υλικά,
να αντέξουν μια φορά,
τα όνειρα να ζήσω.
|
Pérases pollá, ki egó pio pollá.
Ήrthe i stigmí pu i mira chrostá
na ’maste mazí, díchos mia rogmí
ke sta efkola ke sta dískola.
Egó stu chrónu ta skotádia
tha anatéllo,
an se écho mésa sti zoí mu
ópos thélo.
Ki ótan keró metá,
ke i psichí ke to sóma
pezun me ti fthorá,
me fóvo se rotó,
árage esí, tha m’ agapás akóma;
Έcho onirefti prágmata trelá,
pos to páthos mas, odigi sti chará
na ’maste mazí, díchos mia rogmí
ke sta efkola ke sta dískola.
Egó eripia kuvaló,
ma mésa su boró,
to méllon mu na chtíso
na vro gennea iliká,
na antéksun mia forá,
ta ónira na zíso.
|