Χαφιές στο σπίτι η θεία σου
κι αστυνόμος η μαμά.
Του τρόμου αθώα πρόσωπα
που αργοπεθαίνουν στη δική σου
αγκαλιά.
Παυλάκη γύρω σου σωπαίνουν,
τους φτάνει που ανασαίνουν.
Τι ζητάς;
Ετοιμοθάνατου είσαι γέννα,
κουλός με χρυσαφένια πένα.
Που το πας;
Με το χαβά του θυμικού σου
ματζούνι του μυαλού σου
πιπιλάς.
Ξέρουνε τι τους περιμένει
στην πολυθρόνα βολεμένοι.
Τι ρωτάς;
Θάνατος…
Κάπου τριγυρίζει μια παράξενη ματιά.
Κάτι σε γεμίζει με θανάτου σιγουριά.
Κανείς δε θες να σε δαμάσει
κι όμως πονάς για ότι έχεις χάσει
και ρωτάς,
βυζαίνει ακόμα τ’ όνειρό σου
κι ο πόνος μοιάζει να `ναι γιατρικό σου
που ζητάς.
Στο Άμστερνταμ ο Φαληριώτης
και στο Παρίσι ο Βελεσιώτης
σου γελάν.
Θανάτου χρέος σου μετράνε
σε καταφύγια σε τραβάνε
και ξεχνάς.
Θάνατος…
|
Chafiés sto spíti i thia su
ki astinómos i mamá.
Tu trómu athóa prósopa
pu argopethenun sti dikí su
agkaliá.
Pavláki giro su sopenun,
tus ftáni pu anasenun.
Ti zitás;
Etimothánatu ise génna,
kulós me chrisafénia péna.
Pu to pas;
Me to chavá tu thimiku su
matzuni tu mialu su
pipilás.
Ksérune ti tus periméni
stin polithróna voleméni.
Ti rotás;
Thánatos…
Kápu trigirízi mia parákseni matiá.
Káti se gemízi me thanátu siguriá.
Kanis de thes na se damási
ki ómos ponás gia óti échis chási
ke rotás,
vizeni akóma t’ óniró su
ki o pónos miázi na `ne giatrikó su
pu zitás.
Sto Άmsterntam o Faliriótis
ke sto Parísi o Oelesiótis
su gelán.
Thanátu chréos su metráne
se katafígia se traváne
ke ksechnás.
Thánatos…
|