Τον Γενάρη, τον Φλεβάρη
που παγώνουν τα πουλιά
ήρθες σαν χλωμό φεγγάρι
και μου ζήτησες φωλιά.
Αλλά κατά τον Απρίλη
καλοκαίρι γύρισε,
φίλησες δυο ξένα χείλη
και δεν ξαναγύρισες.
Έτσι είναι, δεν πειράζει,
τι κι αν μ’ άνοιξες πληγές
όπως ο καιρός αλλάζει
έτσι αλλάζουν κι οι καρδιές.
Αλλά κατά τον Απρίλη
καλοκαίρι γύρισε,
φίλησες δυο ξένα χείλη
και δεν ξαναγύρισες.
Τον Γενάρη, τον Φλεβάρη
πάνω σε ζεστό χαλί
χίλιους όρκους είχες πάρει
και τους πίστεψα η τρελή.
Αλλά κατά τον Απρίλη
καλοκαίρι γύρισε,
φίλησες δυο ξένα χείλη
και δεν ξαναγύρισες.
|
Ton Genári, ton Flevári
pu pagónun ta puliá
írthes san chlomó fengári
ke mu zítises foliá.
Allá katá ton Apríli
kalokeri girise,
fílises dio kséna chili
ke den ksanagirises.
Έtsi ine, den pirázi,
ti ki an m’ ánikses pligés
ópos o kerós allázi
étsi allázun ki i kardiés.
Allá katá ton Apríli
kalokeri girise,
fílises dio kséna chili
ke den ksanagirises.
Ton Genári, ton Flevári
páno se zestó chalí
chílius órkus iches pári
ke tus pístepsa i trelí.
Allá katá ton Apríli
kalokeri girise,
fílises dio kséna chili
ke den ksanagirises.
|