Μπες στου ονείρου μου τον ωκεανό
σαν μυστικό καλά κρυμμένο,
γίνε καράβι, άνοιξε τα πανιά,
ψάξε στεριά, σε περιμένω.
Σ’ έχασα νωρίς,
στης σιωπής το υγρό σου βλέμμα,
τώρα στα όνειρά μου κατοικείς,
γίνε βροχή να πλύνεις την πληγή.
Βρες τ’ ουρανού το πιο γλυκό δειλινό
κι ύστερα μπες στα όνειρά μου,
να ‘σαι ο ήλιος, να ‘μαι εγώ το νερό,
να βυθιστείς στη θάλασσά μου.
|
Bes stu oniru mu ton okeanó
san mistikó kalá krimméno,
gine karávi, ánikse ta paniá,
psákse steriá, se periméno.
S’ échasa norís,
stis siopís to igró su vlémma,
tóra sta ónirá mu katikis,
gine vrochí na plínis tin pligí.
Ores t’ uranu to pio glikó dilinó
ki ístera bes sta ónirá mu,
na ‘se o ílios, na ‘me egó to neró,
na vithistis sti thálassá mu.
|