Ποτέ μου δε γιόρταζα,
ποτέ μου δε χόρευα,
μονάχα κοιτούσα τους άλλους να ζουν.
Ήρθες μου γέλασες,
το χέρι μου έπιασες
είπες “σήκω και χόρεψε όλοι μπορούν”.
Πόσο σε πίστεψα…
Πόσο πολύ σ’ αγαπώ…
Αγαπημένη μου κράτα με,
πάμε μαζί στο χορό.
Πέρα απ’τα σύννεφα, στη γη που μεγάλωσες
οι δυο μας θα φτιάξουμε μικρό σπιτικό.
Τρία κουτσούβελα να τρέχουν, να παίζουνε.
Μαζί θα γεράσουμε, μαζί εσύ κι εγώ.
Πόσο σε πίστεψα…
Πόσο πολύ σ’ αγαπώ…
Αγαπημένη μου κράτα με,
πάμε μαζί στο χορό.
|
Poté mu de giórtaza,
poté mu de chóreva,
monácha kitusa tus állus na zun.
Ήrthes mu gélases,
to chéri mu épiases
ipes “síko ke chórepse óli borun”.
Póso se pístepsa…
Póso polí s’ agapó…
Agapiméni mu kráta me,
páme mazí sto choró.
Péra ap’ta sínnefa, sti gi pu megáloses
i dio mas tha ftiáksume mikró spitikó.
Tría kutsuvela na tréchun, na pezune.
Mazí tha gerásume, mazí esí ki egó.
Póso se pístepsa…
Póso polí s’ agapó…
Agapiméni mu kráta me,
páme mazí sto choró.
|