Γιατί έκατσες ρε φίλε
μοναχός σου σε μιαν άκρη
και δεν έρχεσαι να κάτσεις
στη δική μας την παρέα.
Γιατί σκούπισες ρε φίλε
με το χέρι σου ένα δάκρυ
πες μας τι σε βασανίζει
εδώ μέσα είναι ωραία.
Κάθε γυναίκα κι ένα δάκρυ
δεν έχει τέλος ούτε άκρη
κι είναι καημός…
Γιατί τρέμει το ποτήρι
όπως πίνεις στάλα-στάλα
και η σκέψη σου γυρνάνε
σε βραδιές που χουν περάσει.
Όλοι έχουμε κατέβει
στη ζωή αυτή τη σκάλα, ΄
όλοι έχουμε αγαπήσει
κι όλοι έχουμε ξεχάσει.
Κάθε γυναίκα κι ένα δάκρυ
δεν έχει τέλος ούτε άκρη
κι είναι καημός…
|
Giatí ékatses re fíle
monachós su se mian ákri
ke den érchese na kátsis
sti dikí mas tin paréa.
Giatí skupises re fíle
me to chéri su éna dákri
pes mas ti se vasanízi
edó mésa ine orea.
Káthe gineka ki éna dákri
den échi télos ute ákri
ki ine kaimós…
Giatí trémi to potíri
ópos pínis stála-stála
ke i sképsi su girnáne
se vradiés pu chun perási.
Όli échume katévi
sti zoí aftí ti skála, ΄
óli échume agapísi
ki óli échume ksechási.
Káthe gineka ki éna dákri
den échi télos ute ákri
ki ine kaimós…
|