Που ‘ναι ο Μιστόκλης ο νταής
που έκανε για δύο
και που τον έτρεμε η γης
μες στο Μεταξουργείο
Κουβέντα δεν του έπαιρνες
απ’ το κλειστό του στόμα
λέγανε και τον έρωτα
πως μίσαγε ακόμα
Κι όμως αν έπινε κρασί
στου καπηλειού την άκρη
κρυφά το δάκρυ σκούπιζε
για μια χαμένη αγάπη
Που ‘ναι ο Μιστόκλης ο νταής
να ρίξει και δυο βόλτες
κι οι τσιλιαδόροι στη στιγμή
να πιάσουνε τις πόρτες
Μην αριβάρει ο ο βαρύς
ο Μπαϊρακτάρης πάλι
και φάει η μύγα σίδερο
και το κουνούπι ατσάλι
|
Pu ‘ne o Mistóklis o ntaís
pu ékane gia dío
ke pu ton étreme i gis
mes sto Metaksurgio
Kuvénta den tu épernes
ap’ to klistó tu stóma
légane ke ton érota
pos mísage akóma
Ki ómos an épine krasí
stu kapiliu tin ákri
krifá to dákri skupize
gia mia chaméni agápi
Pu ‘ne o Mistóklis o ntaís
na ríksi ke dio vóltes
ki i tsiliadóri sti stigmí
na piásune tis pórtes
Min arivári o o varís
o Bairaktáris páli
ke fái i míga sídero
ke to kunupi atsáli
|