Ξυπνάω μ’ έναν πυρετό
κι ακούω ένα βουητό
σαν τη μύγα μες στο γάλα,
σαν το γέλιο μες στο κλάμμα.
Δίνω ένα σάλτο και περνώ
έξω απ’ τα σύνορα του νου
κι εκεί, στα βάθη, συναντώ
έναν άγγελο τού παράξενου.
Έξω απ’ τα σύνορα του νου,
άγγελος του παράξενου.
Είν’ η μικρή μου λυγερή
που νυχτικό λευκό φορεί,
του παραδείσου κηπουρός,
της καρδιάς μου θυρωρός.
Μέσα απ’ τα μαύρα της μαλλιά
περνώ στη ραχοκοκαλιά,
μα στο γλυκό της το κορμί,
το μυαλό μου λοξοδρομεί.
Έξω απ’ τα σύνορα του νου,
άγγελος του παράξενου.
Ενώ τ’ αυτάκι σου φιλώ,
ταξίδι μου, εσύ, τρελό,
μες στον καθρέφτη του γιαλού
θα σαλπάρουμε γι’ αλλού.
Και πίνοντας γλυκό κρασί
θα ξαναβρούμε το νησί,
θα ξαναγίνουμε δυο μάγοι,
Ροβινσώνες, Λωτοφάγοι.
Έξω απ’ τα σύνορα του νου,
άγγελος του παράξενου.
|
Ksipnáo m’ énan piretó
ki akuo éna vuitó
san ti míga mes sto gála,
san to gélio mes sto klámma.
Díno éna sálto ke pernó
ékso ap’ ta sínora tu nu
ki eki, sta váthi, sinantó
énan ángelo tu paráksenu.
Έkso ap’ ta sínora tu nu,
ángelos tu paráksenu.
In’ i mikrí mu ligerí
pu nichtikó lefkó fori,
tu paradisu kipurós,
tis kardiás mu thirorós.
Mésa ap’ ta mavra tis malliá
pernó sti rachokokaliá,
ma sto glikó tis to kormí,
to mialó mu loksodromi.
Έkso ap’ ta sínora tu nu,
ángelos tu paráksenu.
Enó t’ aftáki su filó,
taksídi mu, esí, treló,
mes ston kathréfti tu gialu
tha salpárume gi’ allu.
Ke pínontas glikó krasí
tha ksanavrume to nisí,
tha ksanaginume dio mági,
Rovinsónes, Lotofági.
Έkso ap’ ta sínora tu nu,
ángelos tu paráksenu.
|