Όνειρο γλυκό ήταν οι νύχτες, που ζήσαμε μαζί,
απ’ τα χείλη μου τη δίψα μου την έσβηνες εσύ,
μου την έσβηνες εσύ.
Εχθές το βράδυ μπήκα νωρίς στο καπηλειό
και σουρωμένος βγήκα μεσάνυχτα θαρρώ,
βήματα με ‘φέραν μπερδεμένα κι ανάμνηση γλυκιά,
στης αγάπης μου την πόρτα που με πρόδωσε σκληρά.
Όνειρο γλυκό ήταν οι νύχτες, που ζήσαμε μαζί,
απ’ τα χείλη μου τη δίψα μου την έσβηνες εσύ,
μου την έσβηνες εσύ.
Απ’ της καρδιάς τα βάθη ο πόνος ξεκινά,
με σπρώχνει και με φέρνει στα κρύα σου σκαλιά,
σκαλοπάτια μου αγαπημένα ξανά δε σας περνώ,
έκλεισε για πάντα η πόρτα κι η καρδιά που αγαπώ.
Όνειρο γλυκό ήταν οι νύχτες, που ζήσαμε μαζί,
απ’ τα χείλη μου τη δίψα μου την έσβηνες εσύ,
μου την έσβηνες εσύ.
|
Όniro glikó ítan i níchtes, pu zísame mazí,
ap’ ta chili mu ti dípsa mu tin ésvines esí,
mu tin ésvines esí.
Echthés to vrádi bíka norís sto kapilió
ke suroménos vgíka mesánichta tharró,
vímata me ‘féran berdeména ki anámnisi glikiá,
stis agápis mu tin pórta pu me pródose sklirá.
Όniro glikó ítan i níchtes, pu zísame mazí,
ap’ ta chili mu ti dípsa mu tin ésvines esí,
mu tin ésvines esí.
Ap’ tis kardiás ta váthi o pónos ksekiná,
me spróchni ke me férni sta kría su skaliá,
skalopátia mu agapiména ksaná de sas pernó,
éklise gia pánta i pórta ki i kardiá pu agapó.
Όniro glikó ítan i níchtes, pu zísame mazí,
ap’ ta chili mu ti dípsa mu tin ésvines esí,
mu tin ésvines esí.
|